Lifestyle

Αιμίλιος Χειλάκης: «Είμαι άθεος, δεν έβρισκα κανένα λόγο να υπάρχει Θεός»

Είναι από τους καταξιωμένους ηθοποιούς της γενιάς του. Άνθρωπος που χρόνια τώρα υπηρετεί με σεβασμό το θέατρο, αν και ευρέως γνωστός έγινε μέσα από την τηλεόραση.
Αιμίλιος Χειλάκης: «Είμαι άθεος, δεν έβρισκα κανένα λόγο να υπάρχει Θεός»

Είναι από τους καταξιωμένους ηθοποιούς της γενιάς του. Άνθρωπος που χρόνια τώρα υπηρετεί με σεβασμό το θέατρο, αν και ευρέως γνωστός έγινε μέσα από την τηλεόραση. Και μπορεί οι τηλεοπτικές σειρές που εμφανίσθηκε να είναι λίγες, όμως, η γοητευτική φιγούρα και κυρίως το υποκριτικό ταλέντο του Αιμίλιου Χειλάκη έχoυν μείνει βαθιά αποτυπωμένο στη συνείδηση του τηλεοπτικού κοινού.

Συναντήσαμε τον γνωστό ηθοποιό στο Βεάκη, λίγο πριν ξεκινήσει η παράσταση «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας»- όπου έχει διπλό ρόλο (του Θησέα και του βασιλιά των ξωτικών Όμπερον) ενώ συνυπογράφει τη σκηνοθεσία με τον Μανώλη Δούνια – η οποία μετά από μία πετυχημένη καλοκαιρινή περιοδεία, κάνει στάση στο ιστορικό θέατρο, καλώντας το κοινό να έρθει να θυμηθεί τι είναι το πάθος.

Με τον Αιμίλιο Χειλάκη μιλήσαμε -εννοείται- για τον έρωτα και την ερωτική μανία για το αντικείμενο του πάθους, μιας και αυτό πραγματεύεται η παράσταση. Μιλήσαμε, όμως, και για άλλα θέματα σε μία χαλαρή συζήτηση, με πάθος, όμως, δοσμένες οι απόψεις του ηθοποιού.

Άλλωστε, είναι από τους ανθρώπους που έχουν άποψη και δε φοβούνται να την εκφράσουν και να την υπερασπιστούν με επιχειρήματα. Ακόμη και η διαφωνία μαζί του, είναι κατά κάποιον τρόπο μία συμφωνία, αφού ακούει το συνομιλητή του και του δίνει χώρο να ξεδιπλώσει τις δικές του απόψεις. Εξάλλου, όπως και ο ίδιος λέει: «Φίλε δεξιέ, θέλει κόπο να αγαπήσεις τον φίλο σου τον αριστερό. Φίλε αριστερέ, το ίδιο. Δεν έχετε να χωρίσετε τίποτε, παρά τις αλυσίδες σας».

Κάπως έτσι, πέρασε η κουβέντα (και η ώρα) με τον Αιμίλιο Χειλάκη.

Που ξεκίνησε με λίγο από Παναθηναϊκό, όπου μας διηγήθηκε πώς και γιατί έγινε στα 6 του χρόνια.

«Το ‘76 ήταν… Ο πατέρας μου ως αστυνομικός διευθυντής μιας ομάδας αστυνομικών με πήρε μια Κυριακή μεσημέρι, γιατί η μαμά έλειπε και με πήγε στο γήπεδο στη Λεωφόρο που είχε υπηρεσία. Έξι χρονών εγώ, ο πατέρας μου θεόρατος και περνάνε από δίπλα μου οι παίκτες, σηκώνεται το γήπεδο όρθιο κι ένα παιδί 6 χρονών μαγεύεται. Ε τι θα γίνεις μετά; Ο μπαμπάς όχι δεν ήταν Παναθηναϊκός. 43 χρόνια μετά και είμαι ακόμη Παναθηναϊκός, ακόμη μαγεμένος από εκείνη τη μέρα. Από μια στιγμή. Δεν είναι τέλειο;».

– Τι σας γοήτευσε στην παράσταση;

Για να γίνει αυτό το έργο λες; Το Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας έχει ανέβει ως καθαρά αφηγηματική παράσταση το ‘12 με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό, έχει ανέβει από μια περίεργη παράσταση το ‘93 του Γιώργου Μιχαηλίδη. Έχω δει το Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας σε 10 παραστάσεις. Πάντα μου έλειπε ένα πράγμα: ότι αυτό το έργο μιλάει για την ερωτική μανία.

– Δηλαδή ο έρωτας εξελίσσεται σε ερωτική μανία;

Όχι ο λογοτεχνικός έρωτας. Μιλάμε για τον σωματικό. Τι σου ζητάει το σώμα σου, η σάρκα τι ζητάει τι στιγμή που θες το αντικείμενο του πόθου σου. Κι αυτό ο Σαίξπηρ το έχει βάλει σε ένα δάσος. 4 νέα παιδιά χαμένα σε ένα δάσος με κάτι εξωτικά που τους μαγεύουν. Απλά το 1595 ο Σαίξπηρ δε μπορούσε να διανοηθεί ότι κάποια στιγμή θα υπάρξουν το Pornhub το Rorn Tube και όλα το πόρνο σάιτς τα οποία ο ίδιος περιέγραψε ως μάγεμα σε ένα δάσος, θα γυρίζονταν σήμερα με ένα βίντεο. Νομίζω ότι είναι πολύ πιο ωραίο να μιλήσεις για τη σάρκα και την επιθυμία της μέσα από την ποίηση του Σαίξπηρ παρά να πληκτρολογήσεις

– Άρα θα λέγαμε ότι η παράσταση απευθύνεται και στη νέα γενιά; Καλεί τη νέα γενιά να δει και αυτή την πλευρά του έρωτα. Φαντάζομαι ότι δεν έχει και το ρομαντισμό που είχε η δική μας γενιά.

Δεν είναι θέμα ρομαντισμού. Είναι έλα να μιλήσουμε για την απόλυτη σαρκική επιθυμία μέσα από την ποίηση. Η δική μου η γενιά κατάλαβε τι θα πει έρωτας όταν διάβασε Καβάφη. Τη δεκαετία του ‘80 διαβάζαμε Καβάφη και καταλαβαίναμε ότι ο έρωτας έχει μία περίεργη χαρά στο τέλος. Διαβάζω αργότερα Σαίξπηρ και καταλαβαίνω ότι μιλάει για αίμα, ιδρώτα, για φόνους, για βία. Είναι πολύ εύκολο το Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας να το δεις ως ένα βίαιο έργο. Είναι φόνοι που δεν γίνονται.

– Υπάρχει μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα στη βία;

Βέβαια, ακόμη και η σκηνή των μαστόρων που είναι πάρα πολύ αστεία, για σκοτωμό μιλάμε. Όλο το έργο θα μπορούσε πολύ εύκολα να γίνει μια από τις τραγωδίες του Σαίξπηρ. Θα μπορούσε ο Δημήτρης να σκοτώσει το Λύσανδρο.

– Αυτό, δεν ήθελε ο ίδιος ο Σαίξπηρ να το δώσει ως βίαιο;

Προφανώς. Καταρχήν αυτό το έργο και από τον ίδιο τον Σαίξπηρ έχει κάτι πολύ σπουδαίο: ήταν γραμμένο κατά παραγγελία. Απ’ ο, τι λένε οι πηγές μας, παραγγέλθηκε αυτό το έργο για ένα γάμο. Και τι έκανε ο Σαίξπηρ; Η πρώτη σκηνή (όχι της παράστασης μας) του έργου είναι από τον Οθέλλο, είναι όλη η δραματουργία του Οθέλλου. Υπάρχει μέσα η 12η Νύχτα. Υπάρχει το Κακό για το τίποτα, υπάρχει το Χειμωνιάτικο παραμύθι, υπάρχει ο Ρωμαίος και η Ιουλιέτα… Έχει κάνει μία συρραφή, ένα συμπίλημα είναι ουσιαστικά. Όταν το μελετάς σκηνοθετικά για να το φτιάξεις, λες δε δένει το ένα με το άλλο, τι θα κάνω;

– Πόσο εύκολο είναι αυτό σκηνοθετικά;

Σκηνοθετικά το μόνο που κάνεις, το πιο έξυπνο που μπορείς να κάνεις είναι να βάλεις τις σκηνές έτσι όπως τις έχει φτιάξει ο Σαίξπηρ στη σειρά τους. Με ένα μαγικό τρόπο στο τέλος χωρίς να έχουν λογική συνέπεια στη σύνδεσή τους, συνδέονται. Άμα προσπαθήσεις να βάλεις έναν κοινό κώδικα ή μια κοινή γραμμή ή μία κοινή άποψη δε συνδέονται με τίποτα. Αλλά αυτό κάνει και το έργο να ανεβαίνει συνέχεια. Και να ανεβαίνει συνέχεια όχι μόνο από ερασιτεχνικές ομάδες που είναι εύκολο να ανέβει. Έχει ανέβει και από μελέτες. Έχουν ανέβει σπουδαίες παραστάσεις, άξιες σπουδής. Να τις σπουδάζεις αυτές τις παραστάσεις.

– Εσείς πώς το επιλέξατε; Ήταν κάτι που θέλατε να ανεβάσετε κάποια στιγμή; Ή σας ιντρίγκαρε και σκηνοθετικά;

Να σου πω, είναι κάποιες συνεπαγωγές για το ποιο έργο θα ανεβάσεις κάθε φορά. Η μία συνεπαγωγή είναι από την πρώτη συνθήκη που λέει ότι έχουμε μία αποθήκη έργων στο μυαλό μας που θέλουμε να ανεβάσουμε. Για να ανέβουν όμως αυτά τα έργα θα πρέπει να έχουμε συγκεκριμένους συντελεστές. Με ποιους θα τα ανεβάσουμε; Κάποια στιγμή έρχεται η στιγμή που σου λένε οι συντελεστές που είσαι μαζί τους ότι τώρα θα μπορούμε να κάνουμε αυτά τα πέντε έργα. Σε αυτή τη συνεπαγωγή στηρίζεται και το ανέβασμα της Καλοκαιρινής Νύχτας.

– Πήγε περίφημα και το καλοκαίρι στην περιοδεία…

Ήταν η στιγμή του να γίνει, ήταν η στιγμή να ανέβει, η στιγμή να ειπωθούν κάποια πράγματα από εμάς. Με τον τρόπο που εμείς σκεφτόμαστε, με τον τρόπο που εμείς μελετάμε το θέατρο. Πάντα αφηγηματικά. Δεν πιστεύουμε στο ψυχολογικό θέατρο γι’ αυτό ανεβάζουμε συνήθως θέατρα κλασικού ρεπερτορίου, γιατί δεν έχουνε μέσα ψυχολογία.

– Ναι αλλά ένα έργο μπορεί να σε βάλει στη διαδικασία να σκεφτείς. Ας πούμε ο έρωτας, που πραγματεύεται αυτή η παράσταση, έχει να κάνει και με την ψυχολογία.

Εσύ ως θεατής να μπεις στη διαδικασία..

– Ναι ως θεατής.

Αν εγώ ως ηθοποιός έρθω… να προσυγκινηθώ για να παίξω, σου έχω καταστρέψει τη δική σου συγκίνηση. Είναι ένα πολύ κακό πράγμα που συμβαίνει στο θέατρο. Συγκινούμαι από το πρωί για να έρθω να σου πω μια ατάκα το βράδυ.

– Χάνεται ο αυθορμητισμός δηλαδή;

Δεν είναι αυθορμητισμός. Τα πάντα στο θέατρο έχουν ήδη ειπωθεί σε έναν λογοτεχνικό χρόνο. Από τη στιγμή που εγώ παίζω σήμερα ένα έργο που γράφτηκε χθες, ήδη το έργο έχει παρελθόν. Άρα εγώ θα σου πω τι γράφτηκε χθες.

– Ναι, αλλά δεν το προσαρμόζεις στο σήμερα;

Όχι, ποτέ. Θα σου πω πάντα τι ειπώθηκε σε ένα λογοτεχνικό παρελθόν. Εσύ νομίζεις ότι σου μιλάω για σήμερα. Γιατί αυτό είναι η απολαβή του θεατή. Και αυτό είναι η συμμετοχή του ως δημιουργού. Γιατί και ο θεατής συμμετέχει ως δημιουργός σε μία παράσταση. Αφήνεται να του δημιουργηθούν μέσα του απαντήσεις ή μεγάλες ερωτήσεις στις βασικές του ανάγκες. Ποιος είμαι, που είμαι, τι κάνω.

– Και ειδικά στο θέμα με τον έρωτα σε βάζει σε μια διαδικασία να σκεφτείς ότι κι εγώ στη ζωή μου έχω κάνει την τρέλα μου, έχω νιώσει να κυριεύομαι από το πάθος.

Έλεγα σε φίλους μου που είναι της ηλικίας μου, κοντά στα 50, ελάτε να δείτε αυτή την παράσταση για να θυμηθείτε τι είναι το πάθος. Αυτό που κάποια στιγμή δεν έχει καμία λογική. Έχει μόνο ανάγκη, ανάγκη να συνευρεθείς με το αντικείμενο του πόθου σου. Δεν ξεπερνιέται αυτό. Θυμήσου πώς ήσουν έφηβη… αυτή τη γλύκα, που όμως είχε μία σκληράδα αυτή η γλύκα, έναν πόνο. Και τη στιγμή που ερχόταν και συνέβαινε και μετά έλεγες τι έπαθα χθες το βράδυ; Κάποιο ξωτικό με μάγεψε.

– Δηλαδή μεγαλώνοντας ερωτευόμαστε πιο λογικά;

Βέβαια…

– Ναι, αλλά βλέπεις 50αρηδες ή γυναίκες στα 40 (που είναι και η ηλικία της κρίσης) να τα διαλύουν όλα για έναν έρωτα.

Ναι, ίσως γιατί ξαναγυρίζουν σε μία εφηβεία.

Προτεινόμενο Άρθρο O άντρας μου βάζει πάνω απ’ όλα το παιδί από τον πρώτο του γάμο και έχω κουραστεί – Τι να κάνω;» O άντρας μου βάζει πάνω απ’ όλα το παιδί από τον πρώτο του γάμο και έχω κουραστεί – Τι να κάνω;»

– Είναι η εφηβεία που δεν έζησαν;

Ναι, μάλλον.

– Παίζει ρόλο να είσαι γεμάτος εμπειρίες; Ας πούμε εσείς είστε 15 χρόνια παντρεμένος με τη σύζυγό σας (σ.σ. Αθηνά Μαξίμου). Φαντάζομαι πριν τη γνωρίσετε είχατε μια ζωή με εμπειρίες

Όπως όλοι οι άνθρωποι (γέλιο). Κοίταξε, στις μεγάλες σχέσεις η αίσθηση πληρότητας δεν εξηγείται, υπάρχει… όπως υπάρχει και ο έρωτας, γι’ αυτό είναι σπουδαίες αυτές οι σχέσεις. Αν προσπαθήσεις να εξηγήσεις, χωρίζεις. Να εξηγήσεις τι; Γιατί είσαι 15 χρόνια με έναν άνθρωπο και δεν απολαμβάνεις τις χαρές τις υπόλοιπες του κόσμου, θα πεις τότε “ρε συ όντως, τι κάθομαι με έναν άνθρωπο και δεν πάω να χαρώ στα λουλούδια του αγρού κι εγώ σαν μέλισσα”, που δεν ισχύει αυτό. Είναι ηλιθιότητα.

– Έχω ακούσει φίλους μου να λένε: εγώ είμαι πλήρης από εμπειρίες, δεν θα μου προσφέρει κάτι περισσότερο κάτι νέο.

Αν υπάρχει κάτι θείο ή κάτι θεϊκό που είναι η πληρότητα ουσιαστικά, και στο λέει ένας άθεος αυτό…

– Είσαι άθεος;

Ναι. Ούτε αγνωστικιστής είμαι. Δεν έβρισκα κανένα λόγο να υπάρχει Θεός. Τόσο απλό. Δεν υπάρχει λόγος. Δεν υπάρχει Θεός γιατί δεν έχω την ανάγκη.

– Δεν βρεθήκατε σε κάποια φάση της ζωής σας που να πείτε: Θεέ μου βοήθησέ με;

Και βρίζοντας τον Χριστό ή την Παναγία είσαι σε μία φάση λόγου όπου είναι της συνήθειας. Μη μπερδεύεσαι με τη συνήθεια του λόγου, με το πώς έχουμε μάθει να μιλάμε μέσα από τις εκφράσεις μας. Δεν έχουμε την ανάγκη του Θεού. Αντίθετα έχουμε την ανάγκη να καταλάβουμε ότι εμείς πρέπει να είμαστε μέρη του τυχαίου και να ονομάσεις Θεό το τυχαίο. Δεν είναι τυχαίο ο Θεός, δεν είναι παρεμβατικός, δεν έχει να κάνει με κάποιον ο οποίος θα σε πάει σε μία κόλαση ή σε έναν παράδεισο. Αν εσύ μπορείς να είσαι το κοινωνικό ον που πρέπει να είσαι, να μη δυσκολεύεις τον πλησίον, να τον αγαπάς, εκεί δεν χρειάζεσαι Θεό για να το κάνεις. Χρειάζεσαι μυαλό για να λειτουργεί μέσα σου το περί δικαίου αίσθημα. Τώρα, αν το περί δικαίου αίσθημα το κάνουμε Θεό, δεν με βρίσκεις σύμφωνο. Πάντως, η πληρότητα που έχεις μερικές φορές όταν έχεις βάλει στόχους και τους πετυχαίνεις, η πληρότητα να θέτεις στόχους, μπορούμε να πούμε ότι έχει να κάνει με την ανάγκη του θεού. Μία από τις πληρότητες αυτές είναι το πόσο συνεπής είσαι με τους συντρόφους σου. Χρησιμοποιώ πληθυντικό γιατί ουσιαστικά οι εξ΄ αγχιστείας συγγένειες, οι φίλοι, οι ερωμένες, οι ερωμένοι, είναι οι σύντροφοί σου στη ζωή. Οι συνοδοιπόροι σου. Είσαι συνεπής απέναντί τους; Γι’ αυτό μιλάνε τα μεγάλα έργα. Το κλασικό θέατρο μιλάει για κάτι που είναι μεγαλύτερο από εμάς. Η συνθήκη της κοινωνίας. Όταν, λοιπόν, έχεις αυτά τα σπουδαία πράγματα να διαβάσεις, αποκτάς και το ηθικό πλεονέκτημα. Ποιο είναι το ηθικό πλεονέκτημα του ανθρώπου ο οποίος ξέρει να ερωτεύεται, ξέρει να συμπορεύεται, ξέρει να συνοδοιπορεί; Πρέπει να εκπαιδευτείς για να τα κάνεις όλα αυτά.

– Αυτό, όμως, όπως έχουμε γίνει ως κοινωνία, δεν είναι δύσκολο να συμβεί; Δεν είναι επίπονο ακόμη και ψυχοφθόρο για εσένα, όταν δεν υπάρχει ανταπόκριση;

Θέλει κόπο. Φίλε δεξιέ, θέλει κόπο να αγαπήσεις τον φίλο σου τον αριστερό. Φίλε αριστερέ, το ίδιο. Δεν έχετε να χωρίσετε τίποτε, παρά τις αλυσίδες σας. Γιατί μερικές φορές οι ιδεολογίες δεν φταίνε. Οι πατέρες των ιδεολογιών, οι πατριοί μάλλον των ιδεολογιών, γιατί δεν είναι γεννήτορες, ουσιαστικά είναι αυτοί οι οποίοι μεταδίδουν τη γνώση… Αυτοί, λοιπόν, οι πατριοί των ιδεολογιών μάς έχουν καταστρέψει. Ο νεοδημοκράτης θεωρεί ότι του ανήκουν τα πάντα και δεν έχει καμία υποχρέωση για τα πράγματα και ο αριστερός θεωρεί ότι εγώ έχω τα απόλυτα δικαιώματα και το αλάνθαστο. Η ηθική υποχρέωση δεν χάνεται όταν απέναντι σε αυτόν ο οποίος σού ορίζει τα πράγματα, εσύ τίθεσαι με την ηθική σου.

– Υπάρχουν ηθικοί συνάνθρωποι;

Πώς να απαντήσω εγώ σε αυτή την ερώτηση όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση πάει να κάνει ίδια στις ιδεολογίες τον Κουμμουνισμό με το ναζισμό; Όταν είναι ψήφισμα της ΕΕ, μετά βέβαια το μπαλώσανε. Όχι, λέμε για τη ναζιστική Γερμανία με τη Σταλινική Σοβιετική Ένωση. Το σέβομαι. Καθεστώτα. Δε μπορείς, όμως, ποτέ να βάλεις το ναζισμό με τον Κομμουνισμό. Γιατί αυτό το οποίο έχει να κάνει με το κοινό, με το κόμον ή με το κοινωνικό με το σόσιαλ δε μπορεί ποτέ να έχει το «καθαρότητα στο αίμα ή φαΐ μόνο για Έλληνες». Δεν είναι κοινωνικό αυτό. Το εθνικό-σοσιαλιστικό είναι αυτό που αναιρείται γιατί μέσα στην κοινωνία μας δεν έχουμε μόνο εθνικής καθαρότητας ανθρώπους. Επειδή είμαστε πολυεθνική κοινωνία πάντα ήμασταν γιατί είμαστε σε ένα σταυροδρόμι λαών και πολιτισμών και γλωσσών, δε μπορούμε να μην είμαστε πολύ-πολιτισμικοί. Και το λέω γι΄ αυτά τα ζώα που θεωρούν ότι οι διωγμένοι άνθρωποι από τη χώρα τους, γιατί υπάρχει πόλεμος, είναι λαθρομετανάστες και δεν είναι πρόσφυγες. Πάντα, λοιπόν, θα έχουμε αυτόν που εγώ θεωρώ ότι είναι λάθος. Εγώ όμως από το βήμα μου λέω σε αυτόν που πιστεύω ότι έχει λάθος, ιστορίες από το παρελθόν που του αποδεικνύουν ότι υπάρχει άλλος τρόπος να σκέφτεσαι τα πράγματα. Εγώ είμαι στην έπαλξή μου ως κοινωνιστής, ως κομμουνιστής ως σοσιαλιστής ως ο άνθρωπος που σκέφτεται τον συνάνθρωπο.

– Πολιτικά είσαι αριστερός; Φιλελεύθερος;

Ποιος είναι φιλελεύθερος; Ο λίμπερο ο Αμερικανός; Μην το ορίζεις μέσα από κόμματα. Το 70% του ελληνικού λαού είναι κεντρώοι.

– Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι φιλελεύθερος;

Θα ήθελε πάρα πολύ, αλλά δεν τον αφήνει το κόμμα του. Το βαθύ του κόμμα δεν τον αφήνει. Γενικά, οι βαθύτητες των κομμάτων… δεν αφήνει το βαθύ ΠΑΣΟΚ ή η βαθιά Νέα Δημοκρατία –παραλίγο να είχαμε κάποια στιγμή και βαθύ ΣΥΡΙΖΑ- δεν αφήνουνε ουσιαστικά να λειτουργήσει πιο μοντέρνα ένα κόμμα με βάση τις ανάγκες του σήμερα.

– Σου αρέσει ο Κυριάκος; Πώς τον βλέπεις αυτούς του μήνες ως πρωθυπουργό;

Είναι ένας μέλλων διαψευσμένος. Απλά δεν έχει συμβεί ακόμα.

– Δηλαδή θα κάνει και αυτός «κωλοτούμπα»;

Δεν είναι θέμα κωλοτούμπας. Απλά θα καταλάβει, ότι οκ πουλήσαμε κάποια πράγματα στο λαό, ψηφιστήκαμε, σιγά σιγά θα αποδειχθεί ότι δεν γίνονται. 2017 Θεσσαλονίκη ΔΕΘ μιλάει ο Τσίπρας, μιλάει ο Μητσοτάκης και λένε τα ίδια πράγματα. Και λες: ρε τι λέτε; Δεν γίνεται και οι δυο. Και κάποια στιγμή κάποιος το αγόρασε. Δεν ψήφισαν οι Έλληνες ιδεολογικά τον Μητσοτάκη. Πολλοί ψήφισαν προσωπικά. Απλά διώξανε τον κακό Τσίπρα. Δεν ψηφίζουμε έτσι. Έχουμε ξεχάσει τι πιστεύουμε. Η ιδεολογία δεν είναι κακό, ούτε είναι φενάκη.

– Στην Ελλάδα υπήρχε ιδεολογία;

Υπήρχε. Κάποια εποχή υπήρχε. Απλά η ιδεολογία στην Ελλάδα υπήρχε πολύ γερά και καθαρά όταν η Ελλάδα ήταν φτωχή χώρα, χωρίς να έχει πάρει όλα αυτά τα δανεικά από τη δεκαετία του 50 και μετά. Αν δεις την ποίηση και τη λογοτεχνία τη δεκαετία του ’20 του ‘40 καταλαβαίνεις ότι ο Έλληνας είχε σκέψη και είχε φυσική ανάγκη. Ο Έλληνας που πήγε στην Αλβανία, που πήγε να πολεμήσει γι’ αυτό το οποίο λέγεται συνθήκη χώρας, η οποία δεν θέλει να υποδουλωθεί.

– Έχουμε καλό κοινό στο θέατρο;

Με έναν τρόπο, ναι έχουμε.

Ένα θα σου πω, στο θέατρο υπάρχει η απόλυτα δημοκρατική διαδικασία. Κάποιοι αναλαμβάνουμε να σου πούμε κάτι που έχει γραφτεί πριν πάρα πολλά χρόνια, με τον τρόπο που πιστεύουν. Κάποιοι είναι από κάτω και ακούνε. Έχουν το απόλυτο δικαίωμα, να σκεφτούν, να συμφωνήσουν ή να διαφωνήσουν. Εκείνη τη στιγμή όμως υπάρχει η ησυχία που μας λείπει από την κοινωνική μας ζωή. Θα μου πεις, δεν υπάρχει αντίλογος. Μπορεί να υπάρξει αντίλογος. Έχουν έρθει άνθρωποι στα καμαρίνια και έχουν πει διαφωνώ με αυτό που λέτε. Εργαλεία δημοκρατίας είναι όλα αυτά.

– Ο αντίλογος στα social media; Έρχονται για παράδειγμα, βλέπουν την παράσταση και μετά μέσα από τα social media είτε εκθειάζουν, είτε κράζουν τον Αιμίλιο Χειλάκη.

Μην ασχοληθείς ποτέ με τα social media. Είναι άνθρωποι που βρίζουνε και άνθρωποι που εκθειάζουνε. Τα δύο άκρα. Δεν υπάρχουν αυτά στη ζωή. Είναι ένας φανταστικός τόπος τα social media. Ειδικά, εκεί πέρα που μπαίνεις και σε εκθειάζουνε λες: δεν γίνεται να είναι αλήθεια αυτό, ειδάλλως θα ήμουν ο Ρόμπερτ ντε Νίρο. Ούτε είμαι αυτό που με βρίζουνε. Δεν είμαι ούτε ο καλύτερος, ούτε ο χειρότερος. Κάπου στο ενδιάμεσο. Μη στηρίζεσαι σε περίκλειστα κυκλώματα, τα οποία ανακυκλώνονται μόνα τους και ξέρεις τα μικρά κυκλώματα κάνουνε βραχυκύκλωμα. Πες τη γνώμη σου, άκου τη γνώμη των άλλων και μετά με ωριμότητα προσπάθησε αυτό να το μεταδώσεις. Και τις δύο στιγμές. Και αυτή που είπες τη γνώμη σου και αυτή που άκουσες τον άλλον. Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση.

– Το θέμα είναι να θέλεις να δεις την αλήθεια και να την ανακαλύψεις

Μπορούμε να μην έχουμε παραδείγματα πολιτικών, οι οποίοι φωνάζουν με στριγκιές και να μην αφήνουν τους άλλον να ακούγονται; Να μάθουμε να ακούμε τις συνετές φωνές; Και υπάρχουν παντού συνετές φωνές, σε όλο το φάσμα του δημοκρατικού χώρου.

– Ο Έλληνας ψηφοφόρος είναι έτοιμος να ακούσει μία συνετή φωνή; Ή μία πολιτική αλήθεια; Ας πούμε ο Κώστας Καραμανλής το 2009 προεκλογικά μίλησε για τα δύσκολα χρόνια που θα έρχονταν κι έχασε τις εκλογές.

Δεν θα ψήφιζα ποτέ Καραμανλή, δεν πάει το χέρι μου, αριστερός είμαι. Αλλά σε αυτό που καταλαβαίνω πια, η καλύτερη διακυβέρνηση που υπήρξε στην Ελλάδα ήταν ο κεντροδεξιός Καραμανλής. Αν θα πρέπει να κυβερνηθεί αυτή η χώρα από κάποιον, είναι από κεντροδεξιούς. Τουλάχιστον, μπορεί να είναι από συνετούς; Να μην υπάρχουν αυτά τα αγκάθια του μίσους; Του ακροδεξιού μίσους μέσα στην κυβέρνηση;

Τελευταία Νέα