Η απώλεια του 32χρονου Λαρισαίου ποδοσφαιριστή, Σωκράτη Ευαγγέλου, έχει βυθίσει στη θλίψη τη γενέτειρά του, ενώ παράλληλα ξεκίνησε προσπάθεια οικονομικής ενίσχυσης για τη μεταφορά της σορού του στην Ελλάδα. Ο Σωκράτης, που έφυγε πρόωρα από τη ζωή τα ξημερώματα της Τρίτης, ζούσε και εργαζόταν στο Μόναχο της Γερμανίας, όπου και αγωνιζόταν σε ερασιτεχνική ποδοσφαιρική ομάδα. Η είδηση του θανάτου του διαδόθηκε ταχύτατα, προκαλώντας βαθύ σοκ στην τοπική κοινωνία της Λάρισας.
Έκκληση για οικονομική στήριξη της οικογένειας
Η οικογένεια του εκλιπόντος αντιμετωπίζει σοβαρό οικονομικό βάρος για τη μεταφορά του Σωκράτη στην Ελλάδα, γι’ αυτό και έχει απευθυνθεί στο κοινό ζητώντας στήριξη. Σε σχετική ανακοίνωση, αναφέρεται:
«Με βαθιά θλίψη, ζητάμε τη βοήθειά σας για μια οικογένεια που έχασε ξαφνικά το παιδί της… Όποιος επιθυμεί να βοηθήσει, μπορεί να αφήσει τη συνεισφορά του στο KAFEPOLIO, Schmellerstraße 16, 80336 München. Όλα τα χρήματα θα δοθούν απευθείας στην οικογένεια. Σας ευχαριστούμε θερμά για τη στήριξή σας.»
Η προσωπικότητα και η πορεία του Σωκράτη Ευαγγέλου
Ο Σωκράτης Ευαγγέλου δεν υπήρξε απλώς ένας ποδοσφαιριστής. Ήταν μια προσωπικότητα φωτεινή, με πλατύ χαμόγελο και θετική αύρα, που άγγιξε τις καρδιές όσων τον γνώρισαν. Με καταγωγή από τη Λάρισα, αγωνίστηκε σε διάφορους συλλόγους, εντός κι εκτός Ελλάδας, αφήνοντας πίσω του μόνο καλές εντυπώσεις. Τα τελευταία χρόνια είχε εγκατασταθεί στη γερμανική πρωτεύουσα της Βαυαρίας, συνεχίζοντας να υπηρετεί το άθλημα που αγαπούσε.
Η ανακοίνωση του θανάτου του βύθισε στο πένθος τόσο την οικογένειά του όσο και την ποδοσφαιρική κοινότητα της Λάρισας, η οποία κάνει λόγο για «μια μαύρη μέρα για την πόλη». Η παρουσία του, τόσο εντός γηπέδων όσο και στην καθημερινή του ζωή, χαρακτήριζε έναν άνθρωπο χαμηλών τόνων, με πάθος για το ποδόσφαιρο και σεβασμό για όλους.
Το πέρασμά του από τον χώρο του αθλητισμού μπορεί να μην συνοδεύτηκε από τίτλους και βραβεία, όμως άφησε πίσω του μια ανεξίτηλη παρακαταθήκη ανθρωπιάς και ήθους. Η συλλογική προσπάθεια για τη μεταφορά του στην πατρίδα του αποδεικνύει ότι η απώλειά του δεν ήταν απλώς αθλητική – ήταν ανθρώπινη.